Κρήτη όπως Κύπρος…
Προ ημερών βρέθηκα στην ωραία Κρήτη, όπου από τις 2 μέχρι τις 4 του τρέχοντος μηνός πραγματοποιήθηκε για πέμπτη συνεχή χρονιά η έκθεση Οινοτικά. Τα Οινοτικά είναι η καθιερωμένη ετήσια συνάντηση των παραγωγών του νησιού, οι οποίοι εκθέτουν προς δοκιμή τα κρασιά της νέας, και όχι μόνο, σοδειάς. Διοργανωτής η Ένωση Παραγωγών Κρήτης, τόπος διεξαγωγής μία νεότευκτη αίθουσα εκδηλώσεων στο χωριό Μαλάδες, είκοσι λεπτά από το κέντρο του Ηρακλείου. Εκεί, είκοσι τέσσερεις παραγωγοί από όλη την Κρήτη στέκουν πίσω από τα ομοιόμορφα «περίπτερά» τους και προσφέρουν για δοκιμή τα κρασιά τους. Τις δύο πρώτες ημέρες η έκθεση είναι ανοιχτή για το κοινό, την τρίτη μόνο για τους επαγγελματίες του κλάδου.
Βρέθηκα στους Μαλάδες καλεσμένος του Δικτύου των παραγωγών της Κρήτης, οι οποίοι με περιέλαβαν με πολλή φιλοξενία, ευγένεια και σεβασμό. Το ίδιο έπραξαν και για τους τρεις οινεμπόρους από την Κύπρο, τους οποίους είχαν επίσης καλέσει, με σκοπό να γνωρίσουν τα κρασιά τους και να προχωρήσουν ενδεχόμενα σε κάποια συνεργασία. Καλεσμένοι ήταν, βεβαίως, και δημοσιογράφοι και οινέμποροι από την Αθήνα και άλλες περιοχές της Ελλάδος. Η οργάνωση των οινοποιών της Κρήτης μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει προχωρήσει και βαθυνθεί σε μεγάλο βαθμό. Έντυπα, κατάλογοι, βιβλιαράκια, οινικοί χάρτες, μπλοκάκια για τήρηση γευσιγνωστικών σημειώσεων ήταν μερικά από τα πολύτιμα πράγματα, που βρήκαμε στο ντοσιέ που μας είχαν ετοιμάσει. Η οργάνωση των παραγωγών όμως δεν σταματούσε στα ντοσιέ, αλλά εκτεινόταν και πολύ πέρα από αυτό. Φαινόταν ξεκάθαρα και στην όλη διοργάνωση της έκθεσης, με τα εξαιρετικά για γευστική δοκιμή κολονάτα, τα κατάλληλα πτυελοδοχεία, το γρήγορο άδειασμά τους και πολλά άλλα, όπως την ταχύτατη μεταφορά από και προς το εκθεσιακό κέντρο, την οποία έφερνε εις πέρας ο οινολόγος Μανώλης Σταφυλάκης (όνομα και πράγμα!). Η οργάνωση και η σύμπνοια των παραγωγών της Κρήτης νομίζω πως θα μπορούσε να αποτελέσει φάρο φωτεινό και για τους εν Κύπρω οινοποιούς, οι οποίοι έχουν ακόμη δρόμο να διανύσουν προς αυτή την κατεύθυνση.
Στο διά ταύτα τώρα. Πού στέκει σήμερα το κρητικό κρασί; Ποια τα βήματά του και ποιες οι μελλοντικές δυνατότητές του; Αρχικώς να πω ότι, όπως από τις αλλεπάλληλες δοκιμές διαπίστωσα, το νησί διαθέτει αρκετές γηγενείς ποικιλίες, κάποιες από τις οποίες δείχνουν να διατηρούν ένα αξιοσημείωτο ποιοτικό δυναμικό. Καλώς ή κακώς, οι περισσότερο δυναμικές από αυτές δείχνουν να είναι οι λευκές, με κυρίαρχες το Δαφνί, το Πλυτό, το Βιδιανό, το Θραψαθήρι και τη Βηλάνα. Η πρώτη, το Δαφνί, πήρε λέει αυτό το όνομα της γιατί μυρίζει σαν Δάφνη, πράγμα που όντως διαπίστωσα δοκιμάζοντας τα ομοποικιλιακά του Μιχαλάκη και του Λυραράκη. Να σημειώσω εδώ ότι οι Κρητικοί έχουν ένα δυνατό πάθος με τα υποκοριστικά, γι’ αυτό και όλα σχεδόν τα επίθετα τελειώνουν σε -άκης, για παράδειγμα, Ταμιωλάκης, Μηλιαράκης, Δουλουφάκης, Καραβιτάκης (όλα ονόματα παραγωγών) και τα όμοια. Το Πλυτό, επίσης, δείχνει να έχει πολλές δυνατότητες να δώσει σύγχρονα λευκά κρασιά, με φρούτο και χαρακτήρα, όπως εξάλλου και το Θραψαθήρι, ενώ το Βιδιανό παρουσιάζεται επιτυχώς σαν το νέο οινικό αστέρι της νήσου. Η Βηλάνα, κάπως πιο καθιερωμένη και από πιο παλιά στο προσκήνιο, εξακολουθεί να χαρίζει μοντέρνους λευκούς οίνους με καλό φρούτο και μέτρια οξύτητα. Πολύ εκτίμησα και τα ροζέ που δοκίμασα στο νησί, καθώς τα βρήκα να ομοιάζουν κάπως με τα δικά μας, τόσο ως προς τον χαρακτήρα όσο και ως προς το επίπεδο της ποιότητάς τους.
Στο πεδίο των ερυθρών οίνων τα πράγματα, αν και έχουν επίσης προχωρήσει, είναι πιο δύσκολα. Οι πιο γνωστές κρητικές ποικιλίες, Κοτσιφάλι και Μανδηλάρι, δύσκολα δίνουν κρασιά που θα αρέσουν στον καταναλωτή του σήμερα, δηλαδή, κρασιά με πλούσιο φρούτο, γεμάτο σώμα, μαλακές τανίνες και ισορροπημένη οξύτητα. Το πρώτο δείχνει να μην είναι τόσο φρουτώδες, ενώ συχνά διαθέτει κάπως τονισμένη οξύτητα, ενώ το δεύτερο διαθέτει μεν ένα ιδιαίτερα βαθύ χρώμα, αλλά και έντονες, συνήθως στεγνές τανίνες. Δεν είναι ποικιλίες που εύκολα μπορείς να τις προσπεράσεις σφυρίζοντας αδιάφορα, αλλά θέλουν ακόμη δουλειά για να φθάσουν στο επίπεδο που και οι ίδιοι οι οινοποιοί του νησιού θα επιθυμούσαν. Το Λιάτικο, από την άλλη, μία ακόμη γηγενής ποικιλία της νήσου, δείχνει πολύ ενδιαφέροντα και ενθαρρυντικά σημάδια, αν και τα ξηρά ερυθρά που δοκίμασα από αυτό το σταφύλι ήταν μόνο δύο. Πολύ περισσότερα ήταν τα από λιαστά σταφύλια παραγόμενα Λιάτικα, κρασιά γλυκά, κάτι ανάλογο της δικής μας Κουμανδαρίας, με λιγότερα όμως αζύμωτα σάκχαρα.
Ολοκληρώνοντας τις γευστικές δοκιμές στο νησί, απεκόμισα την εντύπωση ότι η Κρήτη κινείται στα οινικά βήματα της Κύπρου, καθώς οι ομοιότητες που συνάντησα ήταν πολλές. Μια αναντίλεκτη πρόοδος, κυρίως στο επίπεδο των λευκών και ρόδινων οίνων, αλλά και των γλυκών. Πολύ καλά έως εξαιρετικά Ξυνιστέρια η Κύπρος, πολύ καλά έως εξαιρετικά κρασιά από Βιδιανό, Πλυτό, Θραψαθήρι, Δαφνί και Βηλάνα η Κρήτη. Διεθνούς επιπέδου ροζέ στην Κύπρο, κάτι ανάλογο και στην Κρήτη. Επιδόρπια παγκοσμίου κλάσης από Λιάτικο, σπάνιες Κουμανδαρίες στην Κύπρο. Ποικιλιακή πενία και κόκκινα που θέλουν ακόμη αρκετή δουλειά στην Κύπρο, το ίδιο και στην Κρήτη, με τη μόνη διαφορά ότι η δεύτερη διαθέτει περισσότερα τοπικά σταφύλια σε σχέση με το νησί μας. Το μέγα ερώτημα: αξίζει κανείς να φέρει και να εμπορευθεί κρασί από την Κρήτη; Η δική μου απάντηση: Ναι, νοουμένου ότι θα επιλέξει το σωστό κτήμα και τα κατάλληλα κρασιά. Ποιος ψαγμένος οινόφιλος δεν θα ήθελε να δοκιμάσει ένα Βιδιανό, ένα Πλυτό, ένα Δαφνί, μία Βηλάνα, ένα Θραψαθήρι ή ένα ερυθρό από τις ποικιλίες Κοτσιφάλι, Μανδηλάρι ή Λιάτικο;
Η Κρήτη όμως δεν είναι μόνο κρασί, αλλά ένας τόπος γιομάτος απ’ όλα τα καλά του Θεού. Σπάνια και εύγευστα άγρια χόρτα, όπως το Σταμναγκάθι και οι Ασκολύμπροι, αυθεντικά τυριά, όπως φρέσκα και παλαιωμένα κεφαλοτύρια και γραβιέρες, ζουμερά τοπικά κρέατα, ψάρια λαχταριστά, που βγαίνουν καθημερινά από το κρητικό πέλαγος. Μπορεί οι δρόμοι της και οι κτηριακές υποδομές να υστερούν κατά τι από τις δικές μας, κυρίως στο Ηράκλειο, αλλά τα σοκάκια είναι από το πρωί γεμάτα από κόσμο, τα καφέ και τα εστιατόρια φίσκα, οι επιλογές ασυγκρίτως περισσότερες από αυτές της μακαρίας μας νήσου. Ο κόσμος στην Κρήτη ξέρει να ζει, να χαίρεται, να διασκεδάζει. Ακόμη και καταμεσής της πρωτόγνωρης αυτής οικονομικής ύφεσης σουλατσάρει στους δρόμους και σε κάνει να διερωτάσαι εάν αυτός ο περήφανος λαός, με τα όποια ελαττώματά του, πτοείται τελικά από οτιδήποτε…